Thursday, August 10, 2006

[18]

Η εξέλιξη μας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει αποσυνδεδεμένη από την πηγή της και το Γένος όλων, παρά μόνο ως διαρκής επιστροφή στην αλήθεια και αναβάπτιση του λόγου μας στον Λόγο Αυτού. Επιστρέφοντας στον Λόγο και αναρωτώμενοι για Αυτό αναγνωρίζουμε τα λάθη μας. Όσο πιο συνειδητά και έγκαιρα το κάνουμε τόσο καλύτερα, επειδή, οι συνέπειες των λαθών μας μάς εμποδίζουν να προχωρήσουμε και να γνωρίσουμε το σωστό, αναγκάζοντας μας να επιστρέψουμε στο σημείο που έγινε το λάθος. Επιστρέφοντας μπορούμε να βρούμε τι έφταιξε, ώστε να το διορθώσουμε. Το ορθό ευδοκιμείται από την επιστροφή, την οποία αν δεν την κάνουμε εμείς συνειδητά, συνδέοντας το εγώ μας με το γένος του, μας αναγκάζουν τα γεγονότα.

Όσο ποιο έγκαιρα καταλαβαίνουμε, ερμηνεύουμε και ξεκαθαρίζουμε την ορθή σχέση μας με το γίγνεσθαι, τόσο περισσότερο χρόνο κερδίζουμε κάνοντας συνειδητά κι εκούσια αυτό που είναι εντεταλμένο εκ του γίγνεσθαι να γίνει. Η συνειδητοποίηση αυξάνει τη συμμετοχή μας σε ό,τι κάνουμε, όντας δοσμένοι και παρόντες σε αυτό. Έτσι, μας συνδέει με το τώρα εμπλουτίζοντας το άμεσο βίωμα μας, κι αυτό είναι κέρδος χρόνου. Επιπλέον, το ξεκαθάρισμα και η ερμηνεία απελευθερώνει ενέργεια για νέο έργο, απεγκλωβίζοντας την από ψεύδη και λάθη. Την ίδια στιγμή, η θεωρία τής δείχνει τις συνδέσεις και τους τρόπους, ώστε να κινηθεί γόνιμα και ευφορικά.

Η ευδοκίμηση της εξέλιξης μας εξαρτάται από την έγκαιρη συμμόρφωση μας με τους κανόνες του γίγνεσθαι μας εν Αυτώ. Η ευφορία μας από τον συγχρονισμό μας μαζί του και η γονιμότητα μας από τον συντονισμό των κινήσεων μας προς Αυτό, είναι η επιβράβευση μας. Το αντίθετο, η τιμωρία μας. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή είναι δική μας· όχι, όμως, οι συνέπειες της. Αν έχουμε κάποια δυνατότητα αυτοπροσδιορισμού και ελευθερίας, ώστε να μπορούμε ακόμη και να νομοθετούμε τη συμπεριφορά μας, την έχουμε μέσα στα αυστηρά, αντικειμενικά πλαίσια που μας θέτουν οι εγγενείς κανόνες του γίγνεσθαι μας. Αν θέλουμε ευδόκιμη εξέλιξη, αυτούς πρέπει να έχουμε σαν πηγή κάθε είδους νομοθεσίας, να τους θέσουμε ως το ανώτατο σύνταγμα υπεράνω όλων των επιμέρους συνταγμάτων κάθε εθνικής ή άλλης ομαδοποίησης μας και να τους ακολουθήσουμε ενεργητικά, πέρα από όποιον παθητικό (φιλ)ανθρωπισμό, στον οποίο καταφεύγουμε για αυτοπροστασία και κλεινόμαστε από ανασφάλεια, ηττοπάθεια και αδυναμία μπροστά στο άγνωστο Αυτό.

Το να φερθούμε έλλογα σημαίνει να ακολουθήσουμε ενεργητικά, πιστά κι άφοβα τη λογική μας στην κατεύθυνσή της, διαθέτοντας όλο το πλεόνασμά της πέρα από το ήδη ειπωμένο και γνωστό στην εκλογίκευση του άγνωστου που ανοίγεται μπροστά μας και στο οποίο μας καλεί ερωτηματικά Αυτό. Όσοι το σφετερίζονται ισχυριζόμενοι ότι δήθεν κατέχουν κάποια απάντηση για Αυτό, θέλουν απλά να οδηγήσουν το πλεόνασμα της σκέψης μας, που μας κατευθύνει προοπτικά σε Αυτό, σε αυτούς τους ίδιους και στους οίκους τους, ώστε να το οικειοποιηθούν.

Μπορεί να μην ξέρουμε τίποτε για Αυτό, ούτε πρόκειται ποτέ να το γνωρίσουμε στην ουσία του, μπορούμε, όμως, να το ανα-γνωρίσουμε στην παρ-ουσία του, όπως εκδηλώνεται στο γίγνεσθαι των πραγμάτων, μέσα στα οποία είμαστε κι εμείς, κι έτσι μπορούμε να το παρατηρήσουμε. Βέβαια, το γενικό γίγνεσθαι όλων των πραγμάτων (και όχι το μερικό γίγνεσθαι των επιμέρους αυτών), δεν μπορούμε να το παρατηρήσουμε, ούτε να το συλλάβουμε σαν όλο, αφού όντας ο άμεσος τρόπος της παρουσίας Αυτού, είναι αδύνατον το προσδιορίσουμε ακριβώς και να του δώσουμε περιεχόμενο, αφού μας προσδιορίζει και μας περιέχει. Το γενικό γίγνεσθαι ως καθαρό γίγνεσθαι δεν έχει άλλο σκοπό έξω από αυτό και γίνεται για να γίνεται για να γίνεται για να γίνεται. Αυτό το καθιστά απαρατήρητο προς τα έξω (ή από τα έξω), αφού δεν έχει κάτι εκτός του για να το δούμε (ενώ είμαστε μέσα του), αλλά αυτοεμπεριέχεται εμπεριέχοντας κι εμάς μαζί. Μπορούμε να το δούμε μόνο από μέσα, με τα δικά του μέσα και με ό,τι πιο εξελιγμένο από αυτά μάς παρείχε αυτό για να βλέπουμε το γενικό και να μπορούμε, αιρούμενοι υπεράνω του επιμέρους κι αγόμενοι στον ορίζοντα των πραγμάτων, να το θεαθούμε, δηλαδή, με τη θεωρητική σκέψη.

Η σκέψη μας, γενικά, είναι έτσι κι αλλιώς θεωρητική λειτουργία από μόνη της, οπότε το να μιλάμε για θεωρητική σκέψη μοιάζει πλεονασμός κατά πρώτο λόγο. Κατά δεύτερο λόγο, χαρακτηρίζοντας τη σκέψη από το αντικείμενο της λειτουργίας της (κι όχι τον τρόπο λειτουργία της), μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε καθαρά θεωρητική όταν σκέφτεται το γενικό καθαρά, απελευθερωμένη από την υλικότητα και τους περιορισμούς των επιμέρους πραγμάτων και των ειδικών τους σχέσεων. Ως καθαρά θεωρητική, δηλαδή συγκεντρωμένη στον ίδιο τον έλλογο εαυτό της και την εν-νοητικότητα του, μπορεί να αντλήσει τέτοια θεωρητική δύναμη ώστε να αρθεί στην κατάλληλη αφαίρεση που θα την επιτρέψει να συλλάβει και να συνθέσει έννοιες του γενικού κι έτσι να το εννοήσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο έχουμε την εγγενή δυνατότητα να ανα-γνωρίσουμε τους γενικούς κανόνες του γίγνεσθαι όντας μέρος του και εντός του.

No comments: