Στο γίγνεσθαι μας υπερέχει η ενότητα κι όχι ο χωρισμός· γι’ αυτό κατευθυνόμαστε πρωτίστως σε ταυτοποίηση και δευτερευόντως σε διαφοροποίηση. Ο λόγος υπεροχής της ενότητας είναι ότι μόνο μέσω της ένωσης παράγεται το διαφορετικό, ενώ ο χωρισμός δεν μπορεί να παράγει κάτι, έστω κι αν είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ενότητας. Η διαφοροποίηση από μόνη της είναι άγονη, αν δεν οδηγείται από την ορμή της ταυτοποίησης σε μια νέα ενότητα. Η ταυτοποίηση δίνει την τελική κατεύθυνση και είναι ο απώτερος σκοπός της κίνησης κάθε επιμέρους όντος, το οποίο αφού διαφοροποιηθεί μέχρι να αποκτήσει την ξεχωριστή του οντότητα, νιώθει μετά διαχωρισμένο, περιττό και μόνο. Η μοναξιά το σπρώχνει να αναζητήσει τη μοναδικότητα του, πέραν της ετερότητας και της περιττότητας του, στην ταυτότητα και στην αρτιότητα του σαν μονάδα Εν Αυτώ, κι έτσι ενώνεται στο εμείς.
Όπως η διαφοροποίηση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον της ταυτοποίησης που οδηγεί στο Εν Αυτώ, έτσι και τα διαφορετικά άτομα που παράγει αποτελούν μέσα του σκοπού του γίγνεσθαι, και δεν αποτελούν αυτοσκοπό δικό τους. Ως μέσα καλούνται να διαθέσουν πλήρως το πλεόνασμα που τα χαρακτηρίζει και να παίξουν ακέραια τον ρόλο τους στο γίγνεσθαι, διαφοροποιούμενα μέχρι να ενωθούν και όχι για να μείνουν διαφορετικά. Βέβαια, το γίγνεσθαι δεν συμβαίνει εκτός των ατόμων για να τα περιορίζει σε ένα παθητικό ρόλο υπακοής στις άνωθεν εντολές του, αλλά εκδηλώνεται ενεργητικά μέσω αυτών. Με αυτήν την σημασία αποτελούν μέσα· όχι γιατί είναι υποταγμένα σε κάποιο σκοπό εκτός αυτών, αλλά γιατί είναι μέσα ενεργοποίησης αυτού του σκοπού, που βρίσκεται εντός τους και τα κινεί να ξεπεράσουν τον εαυτό τους εντασσόμενα στο γίγνεσθαι εν Αυτώ και όχι υποτασσόμενα σε Αυτό ή αρνούμενα την ένταξη τους εκλαμβάνοντας το εγώ τους σαν αυτοσκοπό. Είναι μέσα με την έννοια της ενδιαμεσότητας που μεταφέρει κάτι κάπου και δεν το κρατάει για τον εαυτό της (όπως, αντίθετα, κάνει η εμμεσότητα, που παρουσιάζει το μέσον ως μέσο του εαυτού του, άρα αυτοσκοπό).
Αυτό που μεταφέρουν τα άτομα, είναι αυτό το ίδιο που τα κάνει να κινούνται και μπορούν να το μεταφέρουν. Το έχουν δεχτεί με τη γέννηση τους, τα κινεί όσο ζουν και μετασχηματίζεται μέσω αυτών, διακινούμενο μέσα από αυτά. Όταν κατακρατείται (στην περίπτωση του ατομισμού, όπου το άτομο γίνεται αυτοσκοπός) ή δεν μετασχηματίζεται (στην περίπτωση των θρησκειών, όπου το άτομο υποδουλώνεται σε έναν άνωθεν σκοπό και εφόσον δεν προβάλει καμία αντίσταση, δεν μπορεί να λειτουργεί ως μετασχηματιστής), παραβιάζεται η ρηματικότητα που τα συνδέει ως υποκείμενα με τον αντι-κείμενο τους κόσμο και διαλύεται η πρόταση που τα νοηματοδοτεί.
Εφ’ όσον είμαστε μέσα ενός σκοπού - κι όχι άσκοπα μέσα του εαυτού μας (εμμεσότητα), ούτε υποταγμένοι σε κάποιο έξωθεν σκοπό (σκοπιμότητα) - συνδεόμαστε άμεσα μαζί του και νοηματοδοτούμαστε από αυτή τη σύνδεση· αλλιώς χάνουμε το νόημα μας. Χωρίς άμεση σύνδεση μέσου και σκοπού, αναλωνόμαστε σε έμμεσες κουβέντες, λόγια χωρίς αντίκρισμα και άσκοπες πράξεις που δεν βγάζουν πουθενά. Ο εαυτός μας είναι αδιέξοδος, αν αποτελεί αυτοσκοπό μας. Δεν θα βρούμε διέξοδο σε αυτόν, όσο διεισδυτικά κι αν τη ψάχνουμε μέσα του· αντίθετα, θα απομακρυνόμαστε από αυτήν εισχωρώντας όλο και πιο βαθιά στον σκοτεινό λαβύρινθο του εγώ μας. Ο μίτος που θα μας βγάλει από αυτόν βρίσκεται στην άμεση σύνδεση του με τον σκοπό που τον νοηματοδοτεί, αφού καταλάβουμε ότι δεν είμαστε παρά ενδιάμεσοι.
Η σημασία μας βρίσκεται στη σχέση μας προς αυτό στο οποίο εντασσόμαστε και για το οποίο ενεργούμε. Από μόνοι μας είμαστε ασήμαντοι και αδιάφοροι, αδιέξοδοι και αντιφατικοί. Αναλωνόμαστε σε αντιπαραγωγικές αυτοαναφορικότητες νομίζοντας ότι ενισχύουμε το εγώ μας, ενώ χάνουμε το νόημα της ατομικότητας μας αποσυνδέοντας την από το σκοπό της ύπαρξης της. Ο ατομισμός δεν παράγει τίποτε και είναι άγονος, αντίθετα με την ατομικότητα, που είναι η κατεξοχήν πλουτο-παραγωγική πηγή της κοινωνίας όταν το άτομο προάγεται μέχρι τα όρια του. Τότε, τα υπερβαίνει συνεχίζοντας το εγώ του στο εμείς και ανοίγοντας το στον άλλο. Όταν το άνοιγμα του ατόμου είναι ερωτικό, μπορεί να παράγει ένα επιπλέον άτομο, που θα συνεχίσει την κίνηση του στον χώρο δίνοντας της υλική υπόσταση, σώμα και μορφή. Αν είναι δημιουργικό, μπορεί να παράγει το έργο το οποίο να μας προάγει πέρα από το ήδη φτιαγμένο και γνωστό, στο άφτιαχτο και το άγνωστο Αυτό, που ανοίγεται μπροστά μας ερω(τημα)τικά και μας επιτρέπει να κινηθούμε δίνοντας μας τον χώρο, καλώντας μας και προκαλώντας μας ενέργειες ερωτικές ή δημιουργικές.Κάθε τι ξεχωριστό κινούμενο συνεχώς μέχρι τέλους εξαντλεί το πλεόνασμα του, αυτό που το συνιστά σαν κάτι τι πέραν του τίποτε, επιστρέφοντας το έτσι μέσω της κίνησης του στο κινούν του. Αν συναντηθεί ερωτικά, κατά την κίνηση ταυτοποίησης του, μπορεί να αναπαραχθούν επιπλέον όντα σαν κι αυτό, για να το αντικαταστήσουν όταν χαθεί και να συνεχίσουν με νέα ορμή το γίγνεσθαι του είδους στο οποίο ανήκει, το οποίο είδος, ως κάτι τι ξεχωριστό κι αυτό, κινείται ανάλογα. Όταν ένα είδος γίνεται τροφή για ένα άλλο, παίζει ρόλο στην αναπαραγωγή του γένους στο οποίο ανήκουν όλα τα είδη του υποσυστήματος στο οποίο ανήκει. Το συγκεκριμένο γένος, σαν κάτι ξεχωριστό κι αυτό, κινείται επίσης έτσι, ώστε πέρα από την αυτοσυντήρηση του σαν επιμέρους υποσύστημα, να συνέχεται με κάτι ευρύτερο στο οποίο παίζει γόνιμο ρόλο με κάποιο τρόπο, κι αυτό με κάποιο άλλο, και ούτω καθ’ εξής. Σε αυτή την κλιμάκωση των υποσυστημάτων με τη διαδοχή των κινήσεων και των φορέων της κίνησης, όχι μόνο δεν υπάρχει απώλεια ενέργειας, αλλά έχουμε διαρκή ανανέωση του παραγόμενου έργου, εφόσον βέβαια η ενέργεια συνεχίζει να εκπέμπεται από Αυτό, προωθώντας το γίγνεσθαι πέραν του ήδη πραγματοποιημένου έργου, των υλοποιημένων όντων και των εκπεφρασμένων μορφών
Όπως η διαφοροποίηση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον της ταυτοποίησης που οδηγεί στο Εν Αυτώ, έτσι και τα διαφορετικά άτομα που παράγει αποτελούν μέσα του σκοπού του γίγνεσθαι, και δεν αποτελούν αυτοσκοπό δικό τους. Ως μέσα καλούνται να διαθέσουν πλήρως το πλεόνασμα που τα χαρακτηρίζει και να παίξουν ακέραια τον ρόλο τους στο γίγνεσθαι, διαφοροποιούμενα μέχρι να ενωθούν και όχι για να μείνουν διαφορετικά. Βέβαια, το γίγνεσθαι δεν συμβαίνει εκτός των ατόμων για να τα περιορίζει σε ένα παθητικό ρόλο υπακοής στις άνωθεν εντολές του, αλλά εκδηλώνεται ενεργητικά μέσω αυτών. Με αυτήν την σημασία αποτελούν μέσα· όχι γιατί είναι υποταγμένα σε κάποιο σκοπό εκτός αυτών, αλλά γιατί είναι μέσα ενεργοποίησης αυτού του σκοπού, που βρίσκεται εντός τους και τα κινεί να ξεπεράσουν τον εαυτό τους εντασσόμενα στο γίγνεσθαι εν Αυτώ και όχι υποτασσόμενα σε Αυτό ή αρνούμενα την ένταξη τους εκλαμβάνοντας το εγώ τους σαν αυτοσκοπό. Είναι μέσα με την έννοια της ενδιαμεσότητας που μεταφέρει κάτι κάπου και δεν το κρατάει για τον εαυτό της (όπως, αντίθετα, κάνει η εμμεσότητα, που παρουσιάζει το μέσον ως μέσο του εαυτού του, άρα αυτοσκοπό).
Αυτό που μεταφέρουν τα άτομα, είναι αυτό το ίδιο που τα κάνει να κινούνται και μπορούν να το μεταφέρουν. Το έχουν δεχτεί με τη γέννηση τους, τα κινεί όσο ζουν και μετασχηματίζεται μέσω αυτών, διακινούμενο μέσα από αυτά. Όταν κατακρατείται (στην περίπτωση του ατομισμού, όπου το άτομο γίνεται αυτοσκοπός) ή δεν μετασχηματίζεται (στην περίπτωση των θρησκειών, όπου το άτομο υποδουλώνεται σε έναν άνωθεν σκοπό και εφόσον δεν προβάλει καμία αντίσταση, δεν μπορεί να λειτουργεί ως μετασχηματιστής), παραβιάζεται η ρηματικότητα που τα συνδέει ως υποκείμενα με τον αντι-κείμενο τους κόσμο και διαλύεται η πρόταση που τα νοηματοδοτεί.
Εφ’ όσον είμαστε μέσα ενός σκοπού - κι όχι άσκοπα μέσα του εαυτού μας (εμμεσότητα), ούτε υποταγμένοι σε κάποιο έξωθεν σκοπό (σκοπιμότητα) - συνδεόμαστε άμεσα μαζί του και νοηματοδοτούμαστε από αυτή τη σύνδεση· αλλιώς χάνουμε το νόημα μας. Χωρίς άμεση σύνδεση μέσου και σκοπού, αναλωνόμαστε σε έμμεσες κουβέντες, λόγια χωρίς αντίκρισμα και άσκοπες πράξεις που δεν βγάζουν πουθενά. Ο εαυτός μας είναι αδιέξοδος, αν αποτελεί αυτοσκοπό μας. Δεν θα βρούμε διέξοδο σε αυτόν, όσο διεισδυτικά κι αν τη ψάχνουμε μέσα του· αντίθετα, θα απομακρυνόμαστε από αυτήν εισχωρώντας όλο και πιο βαθιά στον σκοτεινό λαβύρινθο του εγώ μας. Ο μίτος που θα μας βγάλει από αυτόν βρίσκεται στην άμεση σύνδεση του με τον σκοπό που τον νοηματοδοτεί, αφού καταλάβουμε ότι δεν είμαστε παρά ενδιάμεσοι.
Η σημασία μας βρίσκεται στη σχέση μας προς αυτό στο οποίο εντασσόμαστε και για το οποίο ενεργούμε. Από μόνοι μας είμαστε ασήμαντοι και αδιάφοροι, αδιέξοδοι και αντιφατικοί. Αναλωνόμαστε σε αντιπαραγωγικές αυτοαναφορικότητες νομίζοντας ότι ενισχύουμε το εγώ μας, ενώ χάνουμε το νόημα της ατομικότητας μας αποσυνδέοντας την από το σκοπό της ύπαρξης της. Ο ατομισμός δεν παράγει τίποτε και είναι άγονος, αντίθετα με την ατομικότητα, που είναι η κατεξοχήν πλουτο-παραγωγική πηγή της κοινωνίας όταν το άτομο προάγεται μέχρι τα όρια του. Τότε, τα υπερβαίνει συνεχίζοντας το εγώ του στο εμείς και ανοίγοντας το στον άλλο. Όταν το άνοιγμα του ατόμου είναι ερωτικό, μπορεί να παράγει ένα επιπλέον άτομο, που θα συνεχίσει την κίνηση του στον χώρο δίνοντας της υλική υπόσταση, σώμα και μορφή. Αν είναι δημιουργικό, μπορεί να παράγει το έργο το οποίο να μας προάγει πέρα από το ήδη φτιαγμένο και γνωστό, στο άφτιαχτο και το άγνωστο Αυτό, που ανοίγεται μπροστά μας ερω(τημα)τικά και μας επιτρέπει να κινηθούμε δίνοντας μας τον χώρο, καλώντας μας και προκαλώντας μας ενέργειες ερωτικές ή δημιουργικές.Κάθε τι ξεχωριστό κινούμενο συνεχώς μέχρι τέλους εξαντλεί το πλεόνασμα του, αυτό που το συνιστά σαν κάτι τι πέραν του τίποτε, επιστρέφοντας το έτσι μέσω της κίνησης του στο κινούν του. Αν συναντηθεί ερωτικά, κατά την κίνηση ταυτοποίησης του, μπορεί να αναπαραχθούν επιπλέον όντα σαν κι αυτό, για να το αντικαταστήσουν όταν χαθεί και να συνεχίσουν με νέα ορμή το γίγνεσθαι του είδους στο οποίο ανήκει, το οποίο είδος, ως κάτι τι ξεχωριστό κι αυτό, κινείται ανάλογα. Όταν ένα είδος γίνεται τροφή για ένα άλλο, παίζει ρόλο στην αναπαραγωγή του γένους στο οποίο ανήκουν όλα τα είδη του υποσυστήματος στο οποίο ανήκει. Το συγκεκριμένο γένος, σαν κάτι ξεχωριστό κι αυτό, κινείται επίσης έτσι, ώστε πέρα από την αυτοσυντήρηση του σαν επιμέρους υποσύστημα, να συνέχεται με κάτι ευρύτερο στο οποίο παίζει γόνιμο ρόλο με κάποιο τρόπο, κι αυτό με κάποιο άλλο, και ούτω καθ’ εξής. Σε αυτή την κλιμάκωση των υποσυστημάτων με τη διαδοχή των κινήσεων και των φορέων της κίνησης, όχι μόνο δεν υπάρχει απώλεια ενέργειας, αλλά έχουμε διαρκή ανανέωση του παραγόμενου έργου, εφόσον βέβαια η ενέργεια συνεχίζει να εκπέμπεται από Αυτό, προωθώντας το γίγνεσθαι πέραν του ήδη πραγματοποιημένου έργου, των υλοποιημένων όντων και των εκπεφρασμένων μορφών
No comments:
Post a Comment